DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
lijmvoeg v
industr., construct. κόλλημα; αρμός κόλλας
transp., mater.sc. κενό κόλλησης; σχισμή αποκόλλησης
lijmvoeg
: 1 phrase in 1 subject
Industry1