DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
lift v
econ. ανελκυστήρας
mech.eng. ανυψωτήρας; εξέδρα ανύψωσης; υδραυλικό αναβατόριο; αναβατήρας εμπορευμάτων; αναβατόριο
phys.sc., mech.eng. άνωση
transp. σπρώξιμο; ώθηση
lift
: 67 phrases in 7 subjects
Earth sciences6
Fish farming pisciculture3
General2
Mechanic engineering45
Metallurgy1
Natural sciences1
Transport9