DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
leidrol f
industr., construct. ρέγουλα; ρυθμιστής
transp., construct. βαρούλκο τροχαλίας; τροχαλία επαναφοράς
transp., mech.eng. οδηγός συρματόσχοινου
leidrollen f
transp., construct. σύστημα κυλινδρίσκων κύλισης
leidrol
: 1 phrase in 1 subject
Transport1