DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
lantaarn f
construct. φωταγωγός στέγης; φεγγίτης στέγης
earth.sc., el. συγκρότημα φανού
el. φανός
mun.plan., el. φωτιστικό σώμα; συσκευή φωτισμού; φωτιστικό
transp., el. προβολέας