Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Danish
English
Finnish
French
German
Greek
Italian
Japanese
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to phrases
kruk
v
agric., mech.eng.
μανιβέλα ρύθμισης του συστήματος ζεύξης
mater.sc., mech.eng.
μοχλός
mech.eng.
προσαρτούμενο έμβολο
;
μανιβέλα σύνδεσης
;
στρόφαλος σύνδεσης
;
μανιβέλα-γωνία
;
στρόφαλος-γωνία
;
μανιβέλα
;
στρόφαλος τύπου S
;
μανιβέλα διαιρέτη
;
σωλήνας με γωνία
;
κεκαμμένος σωλήνας
;
λυγισμένος σωλήνας
med.
βακτηρία
;
δεκανίκι
;
πατερίτσες
;
μασχαλιαίο δεκανίκι
transp., construct.
στρόφαλος
transp., mech.eng.
μάγουλα στροφάλου
krukken
v
med.
πατερίτσες
;
βακτηρία
;
δεκανίκι
kruk
:
29 phrases
in 5 subjects
Agriculture
2
Earth sciences
1
Labor law
1
Mechanic engineering
8
Transport
17
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips