DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
kolom f
chem. πύργος
commun., el. κρίωμα
comp., MS στήλη
construct. υποστύλωμα; μακροστήλιο; μακρυνάρι
health. δέσμη
industr., construct. αντηρίδα; ντεστέκι; παραστάτης; πουντέλι
mech.eng. ορθοστάτης κυκλικής διατομής; ορθοστάτης φρεζομηχανής; ορθοστάτης εργαλειομηχανής; στρογγυλή κολόνα
met. κολόνα
met., mech.eng. κολώνες-οδηγοί; κολώνες οδήγησης; κολώνες πρόσδεσης
transp., construct. στύλος; κίων
transp., mech.eng. μπουντέλι; ορθοστάτης; υποστήριγμα
kolommen f
met., mech.eng. καθοδηγητικός προστάτης
nat.sc., met., mech.eng. ορθοστάτης πρέσας σφυρηλασίας
kolom
: 91 phrases in 16 subjects
Agriculture1
Chemistry25
Communications2
Construction6
Earth sciences4
Electronics1
Environment6
General1
Information technology27
Materials science1
Mechanic engineering2
Metallurgy2
Microsoft4
Natural sciences4
Technology4
Transport1