DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
knip v
agric. ακινητοποίηση; ασφάλεια; γρανάζι μιας κατεύθυνσης; κλείδωμα; μπλοκάρισμα; σύμπλεξη
industr., construct., met. σημάδι κοψίματος
med. κοπή; εντομή; κόψιμο αλυσίδας
knippen v
comp., MS αποκοπή; αποκόπτω
met. ψαλιδισμός; κόβω χωρίς απόβλητα; διαμελίζω; διατέμνω
knip
: 8 phrases in 7 subjects
Agriculture1
Communications1
Cultural studies1
Industry1
Mechanic engineering1
Metallurgy1
Transport2