DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
kletswater n
gen. σεντινόνερα
transp., nautic., environ. ακάθαρτα ύδατα στον πυθμένα στο κύτος πλοίου; νερό πυθμένοςπλοίου; νερά της σεντίνας