DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
klamp v
agric. σφήνα; τάκος; υποστήριγμα
agric., industr., construct. Συνδετήρας σχήματος S
commun. αγκράφα; θηλυκωτήρι βιβλίου; πόρπη
construct. κλάπες
fish.farm. μπουλντόγκ; σφιγκτήρας
mech.eng. συγκρατητής; νύχι
klampen v
industr., construct., met. μπάλωμα με πλάκες πυριμάχων
klamp
: 4 phrases in 2 subjects
Industry1
Materials science3