DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
ingietopening f
met., mech.eng. άνοιγμα έγχυσης; άνοιγμα τροφοδοσίας; θυρίδα πλήρωσης; οπή τροφοδοσίας; στόμιο έγχυσης