DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
inbranden v
el. αρχική δοκιμασία σε ακραίες συνθήκες λειτουργίας; δοκιμασία; προληπτική γήρανση
industr., construct., met. λείανση με φλόγα; ψήσιμο
inbranden
: 3 phrases in 2 subjects
Industry2
Metallurgy1