DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
immateriële aktiva
fin., account. "αέρας" f; άυλες ακινητοποιήσεις; άϋλα περιουσιακά στοιχεία; άϋλα στοιχεία ενεργετικού; φήμη και πελατεία