DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
huur v
gen. ενοίκιο
environ. εκμίσθωση; μισθωτήριο; σταύρωση; εκμίσθωση/μισθωτήριο/σταύρωση
huren v
law, econ. ενοίκιο; μίσθωμα
huur
: 22 phrases in 10 subjects
Communications1
Construction2
Demography1
Economy4
Finances3
General2
Information technology1
Law5
Marketing2
Transport1