Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Croatian
Danish
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latvian
Maltese
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to phrases
hiel
m
agric.
φτέρνα αρότρου
construct.
πλάκα-δοκός εδράσεως βάθρου
;
τακούνι θεμελίου
health., anim.husb.
το διογκωμένο μέρος του τοιχώματος της οπλής και των παρακείμενων μαλακών μορίων του οπισθίου τμήματος της, που χαρακτηρίζεται από πιο φαρδύ περιόπλιο
industr., construct.
πτέρνα επισώτρου
;
τακούνι επισώτρου
industr., construct., met.
πτέρνα φιάλης
med.
φτέρνα
pharma., chem.
άσβεστος
;
πτέρνη
transp.
φτέρνα ποδοστήματα
transp., industr.
πτέρνα
transp., tech., law
χείλος επισώτρου
;
πτέρνα του ελαστικού
;
στεφάνη
;
στεφάνη ελαστικού
;
τακούνι
;
τσέρκι ελαστικού επισώτρου
;
χαλύβδινη επενδεδυμένη στεφάνη συγκράτησης ελαστικού επισώτρου
hiel
:
26 phrases
in 9 subjects
Agriculture
1
Chemistry
2
Construction
1
Earth sciences
1
Industry
8
Labor law
1
Leather
2
Medical
2
Transport
8
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips