Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Danish
English
Finnish
French
German
Greek
Italian
Portuguese
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to phrases
hardsolderen
v
el.
σκληρή συγκόλληση
industr.
χαλκοκόλληση
;
ισχυρή συγκόλληση
;
συγκόλληση εν θερμώ
met.
συγκόλληση με κασσίτερο ή χαλκό
;
συγκόλλησις δι'ορειχάλκου ή ετεροφυής συγκόλλησις
;
συγκόλληση με ορείχαλκο
;
συγκόλληση ορείχαλκου
;
ετερογενής συγκόλληση
hardsolderen
:
2 phrases
in 1 subject
Metallurgy
2
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips