DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
grondverschuiving f
gen. κατολίσθηση
earth.sc., construct. ολίσθηση του εδάφους; ερπυσμός εδάφους; κατολίσθηση εδάφους; κατολίσθισις γαιών
environ. κατολίσθηση εδάφους
life.sc. αστοχία πρανούς
life.sc., agric. Κατολίσθηση
transp., construct. κατολίσθηση γαιών
grondverschuiving
: 2 phrases in 2 subjects
Earth sciences1
Life sciences1