DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
grondlaag f
cultur., chem. πρώτο χέρι χρώματος; προχρωματίζω
industr., construct. αρχικό επίστρωμα
met. αστάρωμα; πρώτη επίστρωση; μεσαία επίστρωση; μεσαίο χέρι; πάσσο στη ρίζα της συγκολλήσεως; υπόστρωμα
grondlagen f
transp. αστάρια; πρώτα στρώματα
grondlaag
: 9 phrases in 4 subjects
Electronics1
Environment1
Life sciences6
Metallurgy1