DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
groep f
gen. δέσμη; ομάς; κλάδος; όμιλος
agric. αποχετευτικός αγωγός στάβλου
commun. υποομάδα μικτονόμησης
comp., MS ομάδα
construct. σύνολο; συγκρότημα
el. πρωτομάδα; πιλότοι πρωτομάδας,δευτερομάδας,κ.λπ.
el., construct. κύκλωμα διανομής ρεύματος
hobby, transp., avia. ομοριπτόμενοι αλεξιπτωτιστές
math. ομάδα, γκρουπ
social.sc. κοινωνική ομάδα
stat. ομάδα; γκρουπ; συστάδα; δεσμίδα; κλάσις; μπλοκ
transp. περιοχή διανομής τμηματικών αποστολών
groep
: 323 phrases in 39 subjects
Agriculture34
Chemistry11
Commerce1
Communications33
Construction1
Criminal law3
Customs1
Earth sciences1
Economy13
Education1
Electronics14
Energy industry3
Environment20
Finances19
General64
Geography1
Government, administration and public services3
Health care3
Human rights activism1
Immigration and citizenship2
Industry1
Information technology15
Insurance3
International trade5
Labor law1
Law12
Life sciences1
Marketing1
Mathematics1
Mechanic engineering1
Medical6
Microsoft14
Natural sciences3
Pharmacy and pharmacology6
Politics3
Social science11
Technology1
Transport6
United Nations3