DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
greppelgraver m
agric., construct. μηχανή εκσκαφής χανδάκων; εκσκαφέας; μηχανή εκσκαφής τάφρων
greppelgraver
: 1 phrase in 1 subject
Natural sciences1