DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
greppel f
agric. μικραί αύλακες; μικροί τάφροι
agric., construct. αβαθές αυλάκι στράγγισης
construct. ρείθρο
transp. τάφρος; έκχωμα; όρυγμα; εκσκαφή
transp., construct. επιφανειακό στραγγιστήριο
greppel
: 7 phrases in 2 subjects
Agriculture5
Construction2