DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
glijlager m
el. έδρανο οδηγήσεως
mech.eng. λείο έδρανο; ολισθαίνον κουζινέτο; ελεύθερο ρουλεμάν; ελεύθερο χιτώνιο
mech.eng., el. αυτολιπαινόμενο έδρανο; ακτινικό έδρανο κύλισης
transp., mech.eng. έδρανο ολίσθησης; κουζινέτο
glijlager
: 5 phrases in 1 subject
Mechanic engineering5