DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
geulerosie n
earth.sc., agric. χαράδρωση; διάβρωση διά ροής; διάβρωση λόγω επιφανειακής ροής; διάβρωσις δι΄αυλακώσεων; διάβρωσις κατά αύλακας; διάβρωση; διάβρωσις διά χαραδρώσεων
life.sc., agric. διάβρωσις κατά χαραδρώσεις