DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
geldhoeveelheid adj.
econ. προσφορά χρήματος
econ., fin. χρήμα σε κυκλοφορία; κυκλοφορούν χρήμα
stat., fin. νομισματικά συνολικά μεγέθη
geldhoeveelheid
: 11 phrases in 2 subjects
Economy1
Finances10