DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
verb | adjective | to phrases
frezen v
agric. καλλιεργώ το έδαφος με φρέζα; καλλιέργεια με περιστροφικά εργαλεία; τρόποι καλλιέργειας με περιστροφικά μηχανήματα
construct. φραιζάρισμα
industr., construct. εκγλύφω; φραιζάρω
met., mech.eng. φρεζάρισμα; τορνάρω; φρεζάρω
frees v
agric. περιστροφική τσάπα; περιστροφικός καλλιεργητής
met. εκγλύφανο
frezer adj.
lab.law. φρεζαδόρος
frezen
: 57 phrases in 11 subjects
Agriculture10
Chemistry1
Environment1
General1
Industry10
Life sciences1
Mechanic engineering10
Medical1
Metallurgy13
Natural sciences3
Technology6