DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
fineerhout n
agric., industr., construct. κορμός για ξυλόφυλλα; ξυλεία επικάλυψης
industr., construct. στρογγύλη ξυλεία,κορμός εκτυλίξεως
mech.eng., construct. επίστρωμα ξύλου; καπλαμάς
wood. φύλλο επικάλυψης; επιμέρους φύλλο; στρώμα; στρώση
fineerhout
: 1 phrase in 1 subject
Industry1