DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
filterzak v
agric. σάκκος
industr., construct. διηθητικός σάκος; σάκος φιλτραρισμένος
industr., construct., chem. Θύλακας φίλτρου
mech.eng. φιλτρόσακκος