DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
element n
gen. στοιχειακή ένωση
nat.sc., agric. κύτταρον ξύλου
tech. αντικείμενο m; είδος; θέμα f; κομμάτι
transp. στοιχείο m; δομικό τμήμα; τμήμα f; φέρον στοιχείο
elementen en hun verbindingen n
environ. χημικά στοιχεία
element voor
: 12 phrases in 7 subjects
Communications1
Construction1
Economics1
Electronics3
Finances1
Information technology3
Medical2