DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
dwarsverstijving f
construct. εγκάρσιος σύνδεσμος ακαμψίας
transp. ενδιάμεση διαδοκίδα του τροχαίου υλικού; εγκάρσια διαδοκίδα του τροχαίου υλικού
transp., construct. εγκάρσιοι τοίχοι στεγανότητος
transp., mech.eng. ζεύξη εγκάρσια; σύμπλεξη εγκάρσια; σύνδεση εγκάρσια
dwarsverstijving
: 1 phrase in 1 subject
Industry1