DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
dwarsspant v
construct. πλάγιο δοκάρι; δοκάρι λοξό στον άξονα; εγκάρσια δοκός; εγκάρσιο δοκάρι; κάθετο δοκάρι
transp. εγκάρσια δόμηση; εγκάρσια κατασκευή