DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
dwarse doorsnede
agric., industr., construct. επιφάνεια κάθετη προς τα "νερά"; εγκαρσία κατεύθυνσις τομής,εγκαρσία τομή; εγκάρσια διατομή,τομή