DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
doping n
commun., el. δότης; άτομο δότης
econ. ντοπάρισμα
el. νοθευτής; πρόσμιξη
health. λήψη ναρκωτικής ουσίας
relig., health. φαρμακοδιέγερση; ντοπάρισμα; ντόπινγκ
social.sc. ψυχοαναληπτικά φάρμακα
doping
: 7 phrases in 4 subjects
Health care3
Hobbies and pastimes1
Medical1
Social science2