Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Danish
English
Finnish
French
German
Greek
Italian
Japanese
Lithuanian
Portuguese
Russian
Slovene
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
to phrases
doorslag
m
chem., el.
διάτρηση ηλεκτρομόνωσης
earth.sc.
διάσπαση
;
καταστροφική διάσπαση
el.
διακοπή
;
δημιουργία τόξου διά μέσου του μονωτικού υλικού
;
διάσπαση του διηλεκτρικού
;
διάτρηση
;
ηλεκτρική κατάρρευση
;
κατάρρευση
;
ανατροπή
;
αποφραγή
;
διαπέρασμα
;
για ελεγχόμενο Ανορθωτή Πυριτίου
;
κατάρρευση punch-through
διάτρηση
industr., construct.
εξωστήρας καρφιών
;
κν.κατσαμπρόκος
;
τανάλια για την απομάκρυνση ακίδων
;
έμβολο-σφραγίδα
industr., construct., chem.
έκχυση
mech.eng.
τρυπητήρι
mech.eng., el.
διηλεκτρική εκκένωση
;
υπερπήδηση
met.
άξονας τόρνου
;
κωνοειδής βελόνη διεύρυνσης οπών
;
μαντρέλι
doorslag
:
30 phrases
in 5 subjects
Earth sciences
3
Electronics
22
General
1
Industry
2
Mechanic engineering
2
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips