DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
dimlicht adj.
el. αντιθαμβωτικός φανός; φανός μη εκτυφλωτικού φωτός
stat., commun., el. δέσμη διασταύρωσης
transp., industr. φανοί διασταύρωσης
transp., mil., grnd.forc., el. προβολέας δέσμης διασταύρωσης; φανός διασταύρωσης
transp., mil., grnd.forc., tech. φώτα διασταύρωσης
dimlicht
: 1 phrase in 1 subject
Electronics1