DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
demultiplexen adj.
commun., IT απο-πολυσυσχετισμός; αποπολυπλεξία; αποπολύπλεξη
demultiplexer adj.
IT, tech. Αποπολυπλέκτης; αποπολυπλέκτης
demultiplexen
: 2 phrases in 1 subject
Communications2