DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
concentratie f
agric., chem. εμπλουτισμός m; συμπύκνωση
earth.sc., life.sc. συγκέντρωσις m
econ. πράξη συγκέντρωσης
environ. συγκέντρωση/συμπύκνωση
nucl.phys. συμπύκνωσις
pharma. περιεκτικότητα f
stat. συγκέντρωση
concentratie proces f
environ. συγκέντρωση; συμπύκνωση; συγκέντρωση/συμπύκνωση
concentratie waarde f
environ. εμπλουτισμός m
concentratie van
: 59 phrases in 17 subjects
Agriculture6
Commerce3
Earth sciences2
Economics5
Electronics1
Environment14
Finances5
Fish farming pisciculture1
General5
Health care2
Law5
Marketing1
Medical3
Metallurgy1
Social science2
Statistics2
Transport1