DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
centerboren v
met., mech.eng. διάτρηση κεντραρίσματος; κεντράρισμα
centerboor v
mech.eng. ξυλοτρύπανο; τρυπάνι κεντροθέτησης; τρυπάνι διάτρησης οπών κεντραρίσματος