DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
buitengewoon verlof
econ. ειδική άδεια
law, lab.law. άδεια χορηγούμενη εξαιρετικώς; βραχύχρονη άδεια; βραχύχρονη άδεια απουσίας; ειδική άδεια απουσίας
Buitengewoon verlof
unions. Ειδικές άδειες
buitengewoon verlof
: 3 phrases in 2 subjects
General1
Human rights activism2