DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
buisklemmen v
mech.eng., construct. κολλάρο και κυκλικοί σφιγκτήρες; περιλαίμιον και κυκλικοί σφιγκτήρες
buisklem v
agric., mech.eng. δακτύλιος σύσφιξης
chem. γάντζος; δακτυλίδι στήριξης
industr. δαχτυλίδι; κολιέ; περιλαίμιο σύσφιγξης
mech.eng. περιλαίμιο στήριξης σωλήνων