DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
boring f
coal. όρυξη διατρημάτων; γεώτρηση
construct. κοίλωμα ή φωληά
mech.eng. αγωγός
oil ερευνητική γεώτρηση
transp. διάτρηση
transp., industr. εσωτερική διάμετρος κυλίνδρων
boring
: 31 phrases in 12 subjects
Coal3
Earth sciences2
General10
Industry4
Life sciences1
Materials science1
Mechanic engineering3
Medical1
Metallurgy1
Mining1
Oil / petroleum1
Transport3