DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
boorbuis f
construct. σωλήνωση
mech.eng., construct. "πουκάμισο" οπήςκοιν.; πραστατευτικός σωλήνας οπής
transp., construct. βυθομετρικός σωλήνας
boorbuizen f
coal., construct. σωλήνες γεωτρήσεως