DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
bodemduig f
agric., industr., construct. εγκάρσιον ξύλον κλίνης βαρελιού; πάτος; πυθμένας; φουντί
bodemduigen f
agric., industr., construct. φουντί; εγκάρσιον ξύλον κλίνης βαρελιού; πάτος; πυθμένας