DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
blaarvorming f
med. σχηματισμός φυσαλίδων
met. σκάσιμο διαλυτικού; σχηματισμός φουσκάλων; φουσκάλιασμα; φούσκωμα; ξεφλούδισμα