DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
bijvangst f
econ. δευτερεύοντα αλιεύματα
environ. παρεμπίπτον αλίευμα; παραλίευση
fish.farm. Bοηθητικό εργαλείο για τη σύλληψη; παρεμπίπτοντα αλιεύματα; παρεμπίπτουσα αλιεία; απορριπτόμενα αλιεύματα; απόρριψη
bijvangst
: 2 phrases in 1 subject
Agriculture2