| |||
συντήρηση | |||
διατήρηση; συντήρηση | |||
αποθήκευση | |||
διακράτηση; διατήρηση | |||
διοικητική κράτηση; κράτηση; κράτηση ενόψει απομάκρυνσης |
bewaring : 26 phrases in 12 subjects |
Agriculture | 2 |
Data processing | 1 |
Finances | 4 |
General | 3 |
Immigration and citizenship | 1 |
Insurance | 1 |
Law | 9 |
Marketing | 1 |
Politics | 1 |
Procedural law | 1 |
Religion | 1 |
Transport | 1 |