DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
besmetting f
gen. μόλυνση
agric. προσβολή
environ., nucl.phys. μόλυνση από ραδιενέργεια; ραδιενεργός μόλυνση
fin. διάχυση
med. μετάδοση; μετάδοση της λοίμωξης
pharma., environ. μόλυνση/λοίμωξη
besmetting van
: 16 phrases in 8 subjects
Cultural studies1
Environment3
General2
Health care3
Medical4
Natural resourses and wildlife conservation1
Natural sciences1
Transport1