DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
bedwinging f
environ. συγκράτηση/αναχαίτιση/ανάσχεση/εγκλωβισμός; Προστατευτικό περίβλημα στην πυρηνική βιομηχανία
bedwinging kernindustrie f
environ. συγκράτηση; ανάσχεση; αναχαίτιση; εγκλωβισμός; Προστατευτικό περίβλημα στην πυρηνική βιομηχανία; συγκράτηση/αναχαίτιση/ανάσχεση/εγκλωβισμός