DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
bedieningspost
 bedieningspost
commun. σταθμός χειρισμού
commun. transp. κεντρικός τηλεφωνικός πίνακας
IT dat.proc. υπηρέτης
van bovenleidingschakelaars
- only individual words found

to phrases
bedieningspost adj.
commun. σταθμός χειρισμού
commun., transp. κεντρικός τηλεφωνικός πίνακας
IT, dat.proc. υπηρέτης
transp. θέση οδήγησης
bedieningspost van
: 2 phrases in 1 subject
Transport2