DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
asblok m
mech.eng., el. έδρανο ολίσθησης; ακτινικό έδρανο κύλισης; αυτολιπαινόμενο έδρανο
transp., mech.eng. έδρανο ελικοφόρου άξονα