DictionaryForumContacts

   Dutch
Google | Forvo | +
to phrases
akkoord adj.
law δικαστικός διακανονισμός; νομικός διακανονισμός; νομικός συμβιβασμός; συμφωνία; συναίνεση
law, market. πτωχευτικός συμβιβασμός; συμβιβασμός με πιστωτές
akkoord
: 135 phrases in 19 subjects
Agriculture2
Business1
Commerce1
Communications1
Economy10
Environment1
Finances26
Fish farming pisciculture1
General28
Immigration and citizenship12
Industry1
Insurance2
International trade1
Labor law4
Law36
Marketing1
Patents1
Politics5
Social science1