DictionaryForumContacts

   Dutch Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
afvallen v
gen. δέρμα βοοειδούς χωρίς τη ράχη
earth.sc., mech.eng. μείωση της χαρακτηριστικής καμπύλης λόγω σπηλαίωσης
el. απενεργοποιώ; επαναφέρω στην αρχική θέση
transp., nautic. αναστρέφω
afvallen van
: 15 phrases in 6 subjects
Agriculture6
Electronics3
Environment3
Food industry1
Metallurgy1
Natural sciences1